Η «φωτοδημοσιογραφία» του διάσημου μετρ, που άδραχνε τη στιγμή αποτιμάται ως κομμάτι της σύγχρονης τέχνης στο περίφημο μουσείο της Νέας Υόρκης
Στον κατάλληλο τόπο, την κατάλληλη στιγμή. Αυτήν την αίσθηση του timing είχε ο Ανρί Καρτιέ-Μπρεσόν κι έγραψε με τις φωτογραφίες του ιστορία. Η μάλλον κατέγραψε τα μεγάλα γεγονότα του 20ού αιώνα δημιουργώντας το πλαίσιο της «φωτοδημοσιογραφίας» την οποία επινόησε και ανέπτυξε με τους συνιδρυτές φίλους του φωτογράφους του πρακτορείου Μagnum. Το 1948 ο Ανρί Καρτιέ-Μπρεσόν ταξίδεψε στην Ινδία για να φωτογραφίσει τον Μαχάτμα Γκάντι μετά την απεργία πείνας με την οποία διαμαρτυρόταν για τις βιαιότητες μεταξύ ινδουιστών και μουσουλμάνων. Μία ώρα μετά τη φωτογράφιση ο Γκάντι δολοφονείται από έναν φανατικό ινδουιστή. Ο Καρτιέ-Μπρεσόν φωτογραφίζει τις επόμενες ημέρες: τον Νεχρού να ανακοινώνει τον θάνατο του Γκάντι, τις ορδές των θλιμμένων Ινδών, την πυρά της σορού, το σκόρπισμα της στάχτης του στον Γάγγη. Οι φωτογραφίες του δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό «Life» κι εκτίναξαν την καριέρα του ήδη διάσημου σαραντάχρονου τότε φωτογράφου.
Σε μία εποχή που ο κόσμος δεν είχε την αμεσότητα της ενημέρωσης από την οθόνη της τηλεόρασης ή του υπολογιστή του, οι φωτογραφίες του Ανρί Καρτιέ-Μπρεσόν λειτουργούσαν ως το παράθυρο στον κόσμο για να μεταδίδονται τα παγκόσμια γεγονότα. Η διακήρυξη ανεξαρτησίας της Ινδίας, η Κίνα των ΄40s, η Ρωσία των ΄50s αποτυπώθηκαν στις φωτογραφίες του.
Αυτήν την πτυχή υπογραμμίζει η έκθεση φωτογραφίας στο μουσείο της Νέας Υόρκης ΜoΜa «Ηenri Cartier-Βresson: Τhe Μodern Century» καθώς και η έκδοση που τη συνοδεύει. Πρόκειται για την πρώτη μεγάλη αναδρομική έκθεση του γάλλου φωτογράφου που διοργανώνει αμερικανικό μουσείο. Οι 300 φωτογραφίες που εκτίθενται καλύπτουν το διάστημα 1929-1989. Πολλές από αυτές παρουσιάζονται για πρώτη φορά στο κοινό και προέρχονται από τη συλλογή του Ιδρύματος Καρτιέ-Μπρεσόν που άρχισε να λειτουργεί το 2002.
Ο Καρτιέ-Μπρεσόν καταγόταν από εύπορη οικογένεια. Και οι δύο γονείς του είχαν πύργους καθώς και τη βοήθεια αγγλίδας γκουβερνάντας για την ανατροφή των παιδιών τους. Ο πατέρας του ήταν βιομήχανος της γαλλικής υφαντουργίας και η μητέρα του ήταν άμεση απόγονος της Σαρλότ Κορντέ. Της αριστοκράτισσας που μαχαίρωσε τον επαναστάτη Ζαν-Πολ Μαρά στο μπάνιο του (σ.σ. σκηνή που ζωγράφισε ο Ζακ-Λουίς Νταβίντ το 1793).
Στα 14 του ο Καρτιέ-Μπρεσόν συνειδητοποιώντας το κουκούλι μέσα στο οποίο μεγάλωνε έγραψε σε έναν από τους χρυσοποίκιλτους καθρέφτες των μπάνιων της οικίας Καρτιέ-Μπρεσόν: «Από πού προέρχονται τα χρήματα;». Για να δώσει απάντηση στον εαυτό του μετά τις καλές σπουδές του στο Κέιμπριτζ, άρχισε να συναναστρέφεται τους καλλιτεχνικούς και λογοτεχνικούς κύκλους του Παρισιού του Μεσοπολέμου και να εκτίθεται στις πρωτοποριακές ιδέες των σουρεαλιστών σχετικά με τα όνειρα, τις συμπτώσεις και τον κομμουνισμό.
Με αυτά τα εφόδια βρέθηκε νέος στις γαλλικές αποικίες της Αφρικής να ανταλλάσσει την καραμπίνα του σαφάρι με τη φωτογραφική Leica. Την οποία από τότε θα έχει στη δεξιά τσέπη του καλοραμμένου σακακιού του για να τη βγάζει ανά πάσα στιγμή ώστε να μη χάνει κανένα στιγμιότυπο. «Παραμόνευα στους δρόμους όλη μέρα, αποφασισμένος να συλλάβω τη ζωή. Να την αδράξω την ώρα της δράσης», είχε γράψει στο σημειωματάριό του. «Αυτό που χρειάζεται ένας φωτογράφος είναι να παραμένει υπομονετικός και ανοιχτός στο τυχαίο συμβάν».